"...Όση ώρα χαζεύω απ' την τζαμαρία την πόλη, ο Πωλ μιλάει στο τηλέφωνο, το κλείνει, χαϊδεύει το τσιγκελωτό μουστάκι του, ξεμπλέκει τα μακριά μαλλιά του και κοιτιέται στον καθρέφτη. Έχει κάτι από ήρωα του '21, αλλά η χίππικη εικόνα του είναι μακριά από Κολοκοτρωναίους, Νικηταράδες και Καραΐσκους.
"Θα με βοηθήσεις να πάμε δυο τρία καφάσια με λαχανικά στου Τζων εδώ δίπλα;" με ρωτάει ευγενικά. Δεν ξέρω ποιός είναι ο Τζων, αλλά τί σημασία έχει.
"Γιατί όχι;"
Κουβαλάμε τα βιολογικά-χωρίς χημικά-λαχανικά μέχρι τη μαύρη πόρτα του χαμηλού σπιτιού με τα κόκκινα τούβλα στην Μπανκ Στρητ. Κάποιος παίζει πιάνο. Ο Πωλ πατάει το κουδούνι. Μας ανοίγει ένας θαμπός τριαντάρης με αθλητικό φανελάκι, η φάτσα του δείχνει να' χει κάνει ανεμοδαρμένα χιλιόμετρα.
O John Lennon στο σπίτι της Μπανκ Στρητ. |
"Χάι, Πωλ", κολλάει στον τοίχο για να μας κάνει χώρο.
Διασχίζουμε τον στενόμακρο διάδρομο με το ψάθινο δάπεδο. Το πιάνο έχει σταματήσει.
"Θα' πρεπε να' χαμε βγάλει τα παπούτσια μας", ψιθυρίζει ο Πωλ.
Κοντοστέκεται σ' ένα άνοιγμα.
"Χάι, Τζων, ήρθαν τα λαχανικά".
"Χάι, Πωλ", ακούγεται πρώτα η φωνή και μετά ο Τζων Λέννον ακουμπάει στο άνοιγμα μ' ένα φλιτζάνι τσάι στο χέρι. "Πώς πάει;"
"Ωραία, κουλ, από δω ο φίλος μου είναι Έλληνας, ηθοποιός και χορευτής".
"Ωραία, χάι", κοιταζόμαστε.
Περνάει τη φάση της μητρότητας, σκέφτομαι.
"Σας έχω ξαναδεί στην Κολούμπια, στην Αθήνα, πριν από χρόνια", λέω διστακτικά.
"Ω, εκείνα τα χρόνια", χαμογελάει, "θα πάρετε τσάι; Είναι στην κουζίνα", γυρίζει στο πιάνο.
Προχωράμε στην κουζίνα. Η Γιόκο Όνο δεν φαίνεται πουθενά, θα' ναι στα δικηγορικά γραφεία. Το πιάνο έχει ξαναρχίσει. Σερβιριζόμαστε τσάι μόνοι μας κι ακούμε.".
(Κωνσταντίνος Τζούμας, Complete Unknown)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου